Μηχανικότητα: η κοινωνία της «κούκλας» και η θεωρία των διαπροσωπικών σχέσεων

Πώς θα περιγράφαμε τη ζωή στη σημερινή αστική κοινωνία;

Ένα ατελείωτο τρέξιμο!

Άγχος, για τα πάντα, ακόμα και στη διασκέδαση.

Βομβαρδισμός από πληροφορίες.

Έχουμε προγραμματιστεί να τρέχουμε, και σαν υπνωτισμένοι από το γενικό κλίμα «τρεξίματος», τρέχουμε ακόμα και όταν δεν χρειάζεται να τρέξουμε, ή αν έχουμε λίγη ώρα για ηρεμία νιώθουμε τύψεις που δεν τρέχουμε, ή με ανησυχία ανακαλύπτουμε ότι δεν έχουμε τι να κάνουμε.

Και έτσι γεμίζουμε τον ελεύθερο χρόνο πάλι με συνήθειες που μας έχουν «πουλήσει» και συνεχίζουμε να είμαστε προγραμματισμένα ανθρωποειδή, απόλυτα προσαρμοσμένοι στη ροή του πώς μας θέλει η «κοινωνία» (ή η κεντρικές παγκόσμιες τράπεζες ;), αποξενωμένους από την αληθινή ανθρώπινη φύση μας, αδύναμους, άβουλους, ακινητοποιημένους στο μυαλό και το σώμα, στενάχωρους (δεν απέχουμε πολύ από το 1984 του Τζ.Όργουελ).

Τα μέσα μαζικής ενημέρωσης, φροντίζουν επίσης καλά να μας εμφυσήσουν την καταστροφολογία ως τρόπο ζωής και μας βάζουν στο ρόλο του θύματος, στρέφοντάς μας στην απόγνωση. Όλα φαντάζουν γκρίζα, γινόμαστε γκρίζοι, με φόντο τη μαυρίλα.

Είναι «η κοινωνία της κούκλας». Μία κούκλα, δεν μπορεί να ανταποκριθεί, δεν αλληλεπιδρά. Μια κούκλα είναι καταδικασμένη να δέχεται τις ορέξεις του αφέντη της, ακόμα και αν πρόκειται για ένα παιδί. Το παιδί τότε, από μικρό μαθαίνει σε μια μορφή μη επικοινωνίας, όπου δεν υπάρχει σχέση, αλλά μονόδρομη μορφή επικοινωνίας. Το παιδί μαθαίνει σε έναν εύκολο αυθορμητισμό, και δεν αναπτύσσει τις ικανότητές του να ανταποκρίνεται δημιουργικά στα ερεθίσματα και τις καταστάσεις που εμφανίζονται στη ζωή του. Στην κοινωνία της κούκλας, κάθε άτομο εξετάζεται μεμονωμένα, αποσπασμένα, καθώς κάθε κούκλα είναι απομονωμένη από τις άλλες.

Η δημιουργία τέτοιου είδους μονόδρομων σχέσεων, έρχεται σε αντίθεση με τη θεωρία των διαπροσωπικών σχέσεων και την επιστήμη της κοινωνιομετρίας, που πρεσβεύουν την οργάνωση μιας δημοκρατικής κοινωνίας και την οργάνωση ενεργών κοινωνικών ομάδων.

Βασική αρχή της θεωρίας των διαπροσωπικών σχέσεων, είναι η «συνάντηση» μεταξύ δύο ανθρώπων (encounter).

Η «συνάντηση» σημαίνει πολλά περισσότερα από το πιο ασαφές και γενικό όρο «διαπροσωπική σχέση». Σημαίνει ότι δύο ή περισσότερα δρώντα άτομα συναντώνται, όχι μόνο για να κοιτάξουν ο ένας τον άλλο, αλλά για να ζήσουν και να βιώσουν ο ένας τον άλλο, ο καθένας με το δικό του τρόπο και από τη δική του θέση και με το δικό του δικαίωμα. Στη «συνάντηση» δύο ανθρώπων βρίσκονται και οι δύο στο χώρο με όλες τις δυνάμεις τους και με όλες τις αδυναμίες τους, ανταποκρινόμενοι ο ένας στον άλλο με αυθορμητισμό, εν μέρει μόνο συνειδητοί ως προς τους αμοιβαίους στόχους τους.

Μόνο οι άνθρωποι που «συναντιόνται» ο ένας με τον άλλο μπορούν να δημιουργήσουν μια φυσιολογική ομάδα και να ξεκινήσουν μια πραγματική κοινωνία ανθρώπων.

Η μιας κατεύθυνσης σχέση, όπου το άτομο διαχωρίζεται από την πραγματική ή πιθανή ανταπόκριση των άλλων δρώντων ατόμων, οδηγεί σε μια κοινωνία απομόνωσης.

​Πράγματι, όσα μεμονωμένα άτομα και αν προσθέσουμε δεν αποτελούν κοινωνική ομάδα μια δυναμική ενότητα ανθρώπων αλλά μία απλή πρόσθεση ατομικών προσωπικοτήτων.

Αν ο αυθορμητισμός, όπως περιγράφεται στην θεωρία του ψυχοδράματος, είναι η ικανότητά μας να ανταποκρινόμαστε στο «εδώ και τώρα» της επικοινωνίας, χρησιμοποιώντας τις δημιουργικές μας δυνάμεις, συναισθανόμενοι τον εαυτό μας και τα μηνύματα που παίρνουμε από τους άλλους, χρειάζεται να τον αναπτύξουμε, ώστε από κοινωνία κούκλας να γίνουμε μια δημοκρατική κοινωνία, ενεργών δρώντων ανθρώπων, έξυπνων, ζωντανών.

Τότε, ίσως να μην νοιαζόμαστε τόσο για την άπλετη, μηχανική πληροφόρηση, αλλά να χρησιμοποιούμε περισσότερο την προσωπική μας κρίση στην πληροφορία και να έχουμε περισσότερη εμπιστοσύνη στην εσωτερική μας σοφία.

Ίσως, να θυμόμαστε να σταματούμε το συνεχές τρέξιμο, να στρεφόμαστε στη δημιουργία αυθεντικότερων σχέσεων με τους άλλους, να εξασκούμαστε στο να νιώθουμε, στο να υπάρχουμε.

Και ίσως τότε η ζωή δεν φαντάζει σαν έναν ατελείωτο μαρτυρικό αγώνα.

Ίσως τότε θυμηθούμε να τιμούμε, να γιορτάζουμε τη ζωή, να ερωτευόμαστε, να απολαμβάνουμε!

Έτσι δεν έκαναν και οι αρχαίοι Έλληνες;

 

Δείτε περισσότερα άρθρα από την ψυχολόγο μας:

Σχολιάστε